Επιτακτική σήμερα η λύση
Κυπριακό 2003-2013
Το 2003 με την εξέγερση των Τουρκοκυπρίων ενάντια στον Ντενκτάς και το άνοιγμα των οδοφραγμάτων που επακολούθησε, έφερε τις δυο κοινότητες κοντά όσο ποτέ προηγούμενα, όπως κοντά έφερε και τη λύση του Κυπριακού, μετά από δεκαετίες αποξένωσης των δύο κοινοτήτων που επέβαλαν οι δικοινοτικές συγκρούσεις του ’63 και τα συρματοπλέγματα του πολέμου το ’74.
Στο δημοψήφισμα που ακολούθησε τον Απρίλη του 2004 οι Τουρκοκύπριοι με την ενθάρρυνση και της Τουρκίας του Ερντογάν και με τον Ντενκτάς περιθωριοποιημένο, ψήφιζαν συντριπτικά υπέρ της λύσης, με όραμα την ένταξή τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση μέσα σε μια επανενωμένη Κύπρο. Ταυτόχρονα, αυτό σηματοδοτούσε την απαγκίστρωσή τους από τα πλοκάμια της Τουρκίας και την απομόνωση που τους επιβλήθηκε με ό,τι αυτό σήμαινε σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής τους, εξαιτίας της διαχρονικά άτεγκτης και στείρας πολιτικής του Ντενκτάς απέναντι στη λύση.
Την ίδια ώρα που οι μάζες των Τ/κυπρίων εξεγείρονταν ενάντια στον Ντενκτάς, στον Νότο οι μάζες της Αριστεράς καλούνταν να διώξουν τον Συναγερμό και τον Κληρίδη από την προεδρία, αντικαθιστώντας τον με έναν από τους πιο ακραιφνείς εθνικιστές και υπέρ της διχοτόμησης πολιτικό, τον Τ. Παπαδόπουλο. Το τι ακολούθησε στο δημοψήφισμα του 2004 μόνο ως κωμικοτραγικό θα μπορούσε να χαρακτηριστεί.
Μέσα σε συνθήκες ανάπτυξης για την οικονομία του Νότου και ραγδαίας αύξησης του βιοτικού επιπέδου δεν ήταν δύσκολο για τον Τάσσο και τους παρατρεχάμενους του να πετύχουν το ΟΧΙ ενάντια στη λύση, πότε με κροκοδείλια δάκρυα για την Κυπριακή Δημοκρατία που «θα υποβαθμιζόταν σε κοινότητα» και πότε με απειλές ή κινδυνολογίες για το βιοτικό επίπεδο των Ε/κυπρίων που «κινδύνευε» μέσα από μια λύση. Ένα όχι που έγινε συντριπτικό λόγω της ατολμίας τότε της ηγεσίας της Αριστεράς να συγκρουστεί με τον Τάσσο, να καταγγείλει τις μεθοδεύσεις του και όλα όσα τότε συναποτέλεσαν την περιρρέουσα ατμόσφαιρα των ημερών.
Αντί της σύγκρουσης και της εξόδου από το κυβερνητικό σχήμα του Τάσσου και της μάχης για τη λύση-επανένωση, η ηγεσία τότε του ΑΚΕΛ επέλεξε την ασφάλεια της συμμετοχής στην κυβέρνηση με όλες τις κωμικές παλινωδίες από το ΝΑΙ της Παρασκευής στο ΟΧΙ του Σαββάτου που θα τσιμεντώσει το ΝΑΙ.
Ακολούθησαν 4 χρόνια στείρα στο Κυπριακό παρά την ύπαρξη του Ταλάτ στην προεδρία των Τ/κυπρίων και παρά τη δεδηλωμένη θέληση της Τουρκίας για λύση, με τον Τάσσο να κωλυσιεργεί και να προτάσσει όλο και νέα εμπόδια στο να ξεκινήσουν καν οι συνομιλίες. Το «όχι σε ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα και επιδιαιτησίες» έγινε το σλόγκαν της περιόδου. Μέχρι που οι μάζες της Αριστεράς, συνειδητοποιώντας τα παιχνίδια του Τάσσου για ροκάνισμα του χρόνου, επέβαλαν στην ηγεσία του κόμματος να διεκδικήσει με τον Χριστόφια τις προεδρικές του 2008.
Η άνοδος του Χριστόφια στην προεδρία συνοδεύτηκε με το άνοιγμα της Λήδρας που έκαμε ακόμα μεγαλύτερη την ελπίδα ότι και με τον Ταλάτ στην ηγεσία των Τ/κυπρίων είναι θέμα χρόνου η λύση του Κυπριακού. Αντί όμως της επιδίωξης για συζήτηση εκείνων των δύο-τριών σημείων που η ίδια η συνδιάσκεψη του κόμματος ζητούσε τη βελτίωσή τους πριν από το δημοψήφισμα του 2004 και που θα καθιστούσε τη λύση εφικτή μέσα σε 2-3 μέρες ή άντε το πολύ βδομάδες, βλέπουμε να προτάσσεται η απαίτηση όπως οι συνομιλίες ξεκινήσουν από μηδενική βάση και το «όχι σε ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα και επιδιαιτησίες» να κάνει ξανά την εμφάνισή του. Στην πορεία βλέπουμε να δαιμονοποιείται και το ίδιο το σχέδιο Ανάν και όσοι τάχτηκαν τότε υπέρ της ψήφισής του.
Οι συνομιλίες με τον Ταλάτ γίνονται ατέρμονες και η δυναμική της πρώτης περιόδου του Χριστόφια στην προεδρία εξανεμίζεται, μέσα στους λαβύρινθους της προσπάθειας για να κρατηθεί η συνεργασία με το ΔΗΚΟ και την ΕΔΕΚ, με όλες τις αβαρίες που αυτό συνεπαγόταν για την τύχη του Κυπριακού. Είναι η περίοδος που ο κάθε πολίτης υποστηρικτής της λύσης απογοητεύεται για άλλη μια φορά, με έντονο το ερωτηματικό να πλανάται κατά πόσο το ζητούμενο από τον Χριστόφια ήταν η λύση του Κυπριακού με βάση όλη εκείνη τη στήριξη που του έδιναν οι μάζες την πρώτη περίοδο της προεδρίας του και τη δυναμική που αναπτύχθηκε ή η διατήρηση της συγκυβέρνησης με το ΔΗΚΟ (η ΕΔΕΚ αποχώρησε προτού κλείσει χρόνος) και η προοπτική μιας αμφίβολης συνεργασίας για μια δεύτερη πενταετία.
Ήταν η περίοδος όπου η παγκόσμια κρίση του 2008 και οι επιπτώσεις της στην Κύπρο, αντιμετωπίζονταν επιδερμικά και επιπόλαια σαν κάτι το παροδικό που δεν θα άφηνε εμφανή τα σημάδια του στην κυπριακή οικονομία και στους μακρόχρονους σχεδιασμούς. Όμως η ιστορία όπως και οι μάζες δείχνουν τεράστια υπομονή, αλλά εξαντλώντας τα όρια τους μετατρέπονται σε τιμωρούς. Το βάθεμα της κρίσης του κυπριακού καπιταλισμού τα χρόνια που ακολούθησαν και με το ατύχημα στο Μαρί να μεσολαβεί, μαζί και με τους ανεπαρκείς χειρισμούς από την Κυβέρνηση οδήγησαν σε ραγδαία φθορά του Χριστόφια. Οι όποιοι σχεδιασμοί του Χριστόφια για δεύτερη πενταετία μετατράπηκαν σε ουτοπικό όνειρο και η άνοδος του Αναστασιάδη στην προεδρία φάνταζε πλέον ως αναπόφευκτη.
Η αποτυχία για λύση έφερε την απογοήτευση στις μάζες, η οποία εκδηλώθηκε σε πρώτη φάση μέσα στους Τ/κύπριους με την ήττα του Ταλάτ στις προεδρικές του 2010 και κατ’ επέκταση μέσα στους Ε/κύπριους το 2013. Μια ακόμα ιστορική ευκαιρία για τη λύση χάθηκε όταν και στις δύο κοινότητες ηγούνταν αριστεροί πρόεδροι, οι πιο φυσικοί δυνητικά εκπρόσωποι για τη λύση.
Ο Αναστασιάδης ανέβηκε στην προεδρία σε μια πραγματικά δύσκολη συγκυρία για την οικονομία υποσχόμενος να φέρει την Άνοιξη. Με την απόφασή του για κούρεμα των καταθέσεων έδωσε το τελειωτικό κτύπημα στην οικονομία που βρισκόταν στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Είναι δε πολύ αμφίβολο αν ο τραπεζικός τομέας θα μπορέσει να σταθεί στα πόδια του στο προβλεπτό μέλλον των επόμενων 2-3 χρόνων και μαζί του η ίδια η οικονομία, εκτός και αν κάτι το συνταρακτικό συμβεί στην πορεία.
Με την οικονομία να είναι πλήρως υποθηκευμένη στην Τρόικα και στις επιταγές των μνημονίων λιτότητας, αυτό που θα μπορούσε πολιτικά να αλλάξει δραστικά τους όρους και στην οικονομία θα ήταν μια λύση του Κυπριακού. Με αυτή την έννοια μια λύση σήμερα αποτελεί επιτακτική ανάγκη για τα συμφέροντα και των δύο κοινοτήτων, βγάζοντάς τες από τον φαύλο κύκλο των μνημονίων που επιβλήθηκαν από την Τρόικα και την Τουρκία, αντίστοιχα.
Μια λύση μέσα στις σημερινές συνθήκες θα μπορούσε να αποτελέσει τον καταλύτη για ανάκαμψη (επανεκκίνηση) της οικονομίας και να δώσει μιαν άλλη ελπιδοφόρα προοπτική για τον κόσμο που σήμερα διαβιεί μέσα στο καταθλιπτικό τοπίο μιας παραλυμένης και ουσιαστικά χρεοκοπημένης οικονομίας. Η προοπτική της ανοικοδόμησης και των επενδύσεων που θα ελκύσει μια Κύπρος με τα γεωγραφικά της πλεονεκτήματα και με λυμένο το πολιτικό της πρόβλημα, το άνοιγμα των συνόρων και των λιμανιών της Τουρκίας των 80 εκατομμυρίων με ραγδαία ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια, με την ανάπτυξη των οικοδομών, του τουρισμού και του εμπορίου που θα επακολουθήσει, μαζί και με την πραγματική δυνατότητα για αξιοποίηση του υποθαλάσσιου φυσικού πλούτου, θα μπορούσε να βάλει την Κύπρο ολόκληρη σε μια νέα τροχιά ανάπτυξης και να τη μετατρέψει σε πραγματικό περιφερειακό κόμβο.
Ο Αναστασιάδης πέτυχε με τις αποφάσεις του Μαρτίου να περιθωριοποιήσει τον εαυτό του σε απλό υπηρέτη της Τρόικας και να βάλει την οικονομία στο γύψο. Μπορεί με βάση τις παραδόσεις που έκτισε την περίοδο του δημοψηφίσματος να λειτουργήσει σαν ο ηγέτης πλέον για τη λύση βάζοντας την Κύπρο σε μια νέα τροχιά ή θα μείνει και αυτός δέσμιος των βαριδίων του ΔΗΚΟ και άλλων εθνικιστών σε μιαν αμφίβολης διάρκειας συγκυβέρνηση μέσα στις σημερινές συνθήκες βαθιάς κρίσης; Τα πρώτα του βήματα στο Κυπριακό (διορισμός αντιπροσώπου στις συνομιλίες, η πρόταξη για ακόμα μια φορά του ζητήματος της Αμμοχώστου και καλή δήθεν προετοιμασία των συνομιλιών και μετά έναρξή τους) καθόλου δεν τον κολακεύουν και αν δεν είναι απλά τακτικισμοί τότε μιλάμε ότι κινείται καθαρά στον δρόμο της πεπατημένης των απορριπτικών προκατόχων του.
Ανεξάρτητα, όμως, από τους σχεδιασμούς του Αναστασιάδη, η λύση του Κυπριακού πρέπει να αποτελεί αιχμή του δόρατος για την Αριστερά και το πρόγραμμά της για έξοδο της κοινωνίας και της οικονομίας από το σημερινό τέλμα. Αν για κάτι ελέγχεται απόλυτα ο Χριστόφιας, επειδή ήταν μέσα στις δυνατότητές του, είναι η μη λύση του Κυπριακού. Η Αριστερά σήμερα κάτω από τα νέα δεδομένα μπορεί και έχει την ευκαιρία να δώσει με αποφασιστικότητα και ειλικρίνεια τη μάχη της λύσης και να αντιστρέψει το αρνητικό κλίμα που δημιούργησε με τις αποφάσεις του 2004 και τις παλινωδίες της διακυβέρνησης Χριστόφια.
Σε αντίθεση με την εποχή του Τάσσου, σήμερα οι μάζες των Ε/κυπρίων είναι πολύ πιο έτοιμες να κατανοήσουν τα οφέλη και τις δυνατότητες που ανοίγονται μέσα από μια λύση, φτάνει με θάρρος και αποφασιστικότητα να τους εξηγηθεί πειστικά ότι η λύση εκ των πραγμάτων θα είναι προς όφελος και των δύο κοινοτήτων.
Μαζος